Κ. Νευροκόπι
Το Κ. Νευροκόπι βρίσκεται σε υψόμετρο 558 μ. Είναι η έδρα του Δήμου, γνωστού ανά το πανελλήνιο καθώς το όνομα του είναι άμεσα συνυφασμένο με τις πολικές θερμοκρασίες του χειμώνα και την πεντανόστιμη πατάτα που παράγει. Ο Δήμος κ. Νευροκοπίου είναι ένας ιστορικός δήμος. Οι κάτοικοι του γηγενείς Μακεδόνες, πρόσφυγες Πόντου και Μικράς Ασίας δημιούργησαν ένα όμορφο κράμα και πάντρεψαν τον πολιτισμό αλλά και καθημερινή τους κουλτούρα στην πάροδο των ετών. Το Νευροκόπι συγκεντρώνει τις υπηρεσίες και τα περισσότερα καταστήματα, ενώ αν βρεθείτε εκεί ημέρα Τετάρτη μην παραλείψετε να κάνετε μια βόλτα στο παζάρι.
Για τις γαστρονομικές σας ανάγκες υπάρχουν πολλές επιλογές. Όπως;
1.Σιώρας τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022038
2.Πολίτικη κουζίνα. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023171
3.Μάσα Σούρα τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022629
4.Τάκα-τάκα μάμ. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022209\
5.μακεδονία. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022665
6.Ακρίτας. τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022319
7.Όρβηλος Πιτσαρία. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023001
8.Ο Γύρος του κόσμου. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023366
9.Γύρο-γύρο όλοι. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523300881
Για τη διαμονή σας μπορείτε να επιλέξετε;
1.Όρβηλος. 7 δίκλινα, 2 τρίκλινα, 1 τετράκλινο. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022515
2.Ακρίτας. 6 δίκλινα, 2 τρίκλινα δωμάτια τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022319.
3.Tabacchi. 3 δίκλινα, 2 τρίκλινα δωμάτια. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022002.
Μικρομηλιά
Η Μικρομηλιά βρίσκεται σε υψόμετρο 655 μ. και απέχει 38 χιλ από το Νευροκόπι. Στο Βορειοανατολικό άκρο του Δήμου Κ. Νευροκοπίου, η Μικρομηλιά είναι ο τελευταίος κατοικημένος οικισμός. Η πλούσια χλωρίδα και πανίδα της περιοχής αποτελεί πόλο έλξης για τους κυνηγούς και τους πάσης φύσεως φυσιολάτρες.
«Το στέκι των κυνηγών» στη Μικρομηλιά προσφέρει στους επισκέπτες ασύγκριτες γαστρονομικές απολαύσεις, αλλά και άνετη διανυκτέρευση. Διαθέτει Δίκλινα δωμάτια 4 ατόμων , Διπλά κρεβάτια 4 ατόμων . Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023435 και για την ταβέρνα 25230 71450
Μικροκλεισούρα
Η Μικροκλεισούρα βρίσκεται σε υψόμετρο 439 μ. και απέχει από το Νευροκόπι 23 χιλ. Πρόκειται για έναν οικισμό στα ανατολικά του δήμου Κ. Νευροκοπίου με φανταστικό καταπράσινο τοπίο και 141 κατοίκους που με αγάπη προβάλλουν και διαφημίζουν τον επίγειο παράδεισο τους.
Παγονέρι
Το Παγονέρι θα συναντήσετε σε υψόμετρο 672 μ. Πρόκειται για έναν ξεχωριστής ομορφιάς και αισθητικής οικισμό. Οι ηπειρώτες μάστορες σμιλεύοντας την πέτρα δημιούργησαν στην περιοχή ένα οικιστικό περιβάλλον ξεχωριστό και ιδιαίτερο.
Το χωριό πήρε το όνομα του από τις πολλές παγωμένες βρύσες που έχει.
Ξεχωριστής ομορφιάς είναι το πολυσυζητημένο καμπαναριό του ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Επίσης πολλά έχουν ειπωθεί για τα στενά σοκάκια του οικισμού, που ξυπνούν μνημες μιας άλλης εποχής.
Αν βρεθείτε στο Παγονέρι μη ξεχάσετε να κάνετε μια στάση στο «Ηλιοστάσιο» για να γευτείτε ξεχωριστές νοστιμιές. Τηλ επικοινωνίας 6978441914
Λευκόγια
Τα Λευκόγια βρίσκονται σε υψόμετρο 604 μ και απέχουν από το νευροκόπι 8 χιλιόμετρα. Πρόκειται για ένα συνηθισμένο αγροτικό χωριό που κατοικήθηκε σχεδόν αποκλειστικά από πρόσφυγες. Αυτό που αξίζει να δείτε στα Λευκόγια είναι η τεχνητή λίμνη, από την οποία αρδεύονται χιλιάδες καλλιέργειες. Το φυσικό τοπίο γύρω απ’ αυτήν προσφέρεται για πεζοπορία και ποδηλασία.
Αν βρεθείτε στα Λευκόγια μπορείτε να γευματίσετε στις παρακάτω ταβέρνες:
1.Το φράγμα τηλ. Επικοινωνίας 2523071297
2.Ο Χριστίκας –Ουζερί τηλ επικοινωνίας 6976257992
3.Η συνάντηση –ουζερί τηλ επικοινωνίας 6936107705
Κ. Βροντού
Η Κάτω Βροντού βρίσκεται σε υψόμετρο 629 μ και απέχει από το Νευροκόπι 17 χιλιόμετρα. Θα τη συναντήσετε στο δυτικό άκρο του λεκανοπεδίου στις παρυφές του Μενοικίου όρους που αγκαλιάζει αυτή την πλευρά του κάμπου. Η Κ. Βροντού αποτελεί πύλη εξόδου προς το γειτονικό νομό των Σερρών.
Στην κορυφή ενός γειτονικού με το χωριό λόφου όπου βρίσκεται και εξωκλήσι της Παναγίας μπορείτε να απολαύσετε μια απαράμιλλης ομορφιάς θέα που γαληνεύει την ψυχή. Στον ίδιο χώρο αν βρεθείτε την παραμονή του 15 Αύγουστου θα παρασυρθείτε από το Ποντιακό γλέντι που στήνουν οι κάτοικοι του χωριού για τον εορτασμό της Μεγαλόχαρης.
Χρυσοκέφαλο
Το Χρυσοκέφαλο βρίσκεται σε υψόμετρο 578 μ και απέχει από το Νευροκόπι 4 χιλιόμετρα. Κατευθυνόμενοι από το Νευροκόπι προς το τελωνείο της Εξοχής παρακάμπτουμε την Εθνική οδό και μετά από 2 χιλ συναντάμε το Χρυσοκέφαλο. Ένας μικρός αγροτικός οικισμό όπου προς τιμή της Παναγίας Χρυσοκεφάλου οι πρόσφυγες από τον Πόντο κτίσανε την ομώνυμη εκκλησία και έτσι πήρε το χωριό το όνομα του.
Η ησυχία και η αρμονία της αγροτικής ζωής δίπλα στο φυσικό κάλος συναρπάζει τον επισκέπτη.
Ποταμοί
Οι Ποταμοί βρίσκονται σε υψόμετρο 394 μ και απέχουν από το Νευροκόπι 27 χιλιόμετρα.
Το όνομα του χωριού αυτού τα λέει όλα. Εκεί που ο Νέστος συναντά τον παραπόταμο του Δεσπάτη, βρίσκεται αυτό το παλιό κεφαλοχώρι που κατοικήθηκε και από πρόσφυγες.
Παραλίμνιος οικισμός όπου θα γευτείτε ορεινή πέστροφα και καλό κυνήγι.
Σημείο αναφοράς αποτελεί η περιοχή γύρω από το εξωκλήσι του αγίου Ραφαήλ λίγο έξω από τον οικισμό. Στα 15 χιλ περίπου βορειότερα των Ποταμών αρχίζει το μοναδικό δάσος της σημύδας που είναι προσβάσιμο από καλής ποιότητας χωματόδρομο.
Αν βρεθείτε στους Ποταμούς μπορείτε να γευματίσετε στις παρακάτω ταβέρνες:
1.Το κουτούκι τηλ επικοινωνίας 2523022359
2.¨Αρχοντας τηλ επικοινωνίας 25230232657
Περιθώρι
Το Περιθώρι βρίσκεται σε υψόμετρο 585 μ και απέχει από το Νευροκόπι 12 χιλιόμετρα. Το Περιθώρι είναι παλιό Κεφαλοχώρι της περιοχής, χαρακτηρισμένο ως παραδοσιακός, με έντονη οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Το Περιθώρι αποτελεί ζωντανό αναπτυξιακό κύτταρο στο λεκανοπέδιο με εκδηλώσεις μνήμης του Ποντιακού Ελληνισμού, ποικίλες πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού ασχολείται με τις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες. Με μια επίσκεψη στα συσκευαστήρια πατάτας του χωριού θα διαπιστώσετε πως γίνεται η συσκευασία και διανομή στα μεγάλα αστικά κέντρα, της φημισμένης πατάτας του λεκανοπεδίου.
Αν βρεθείτε στο Περιθώρι μπορείτε να γευματίσετε:
1.Βενετία –Πιτσαρία τηλέφωνο επικοινωνίας 2523031136
2.Λαπαρίδης τηλέφωνο επικοινωνίας 2523031035
Οχυρό
Το Οχυρό βρίσκεται σε υψόμετρο 548 μ και απέχει από το Νευροκόπι 3 χιλιόμετρα. Κατηφορίζοντας από τον Γρανίτη αφήνοντας για λίγο τον δρόμο που οδηγεί στο Νευροκόπι φτάνεις στο Οχυρό το οποίο είναι κτισμένο στους πρόποδες ενός λόγου όπου βρίσκεται το Οχυρό Λύσσε. Της περίφημης «γραμμής Μεταξά», ένα ακόμη ανεξίτηλο σημάδι του ηρωισμού των Ελλήνων.
Μπαίνοντας σε αυτό το μικρό αγροτικό χωριό, αφού δούμε τις κτηνοτροφικές μονάδες αλλά και τον εύφορο κάμπο του χωριού θα βρείτε και εξαίρετες ταβέρνες.
1.Πόλις τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022154
2.Οι Νοστιμιές της κυρά Μάρως τηλέφωνο επικοινωνίας 253022019
Κατάφυτο
Το Κατάφυτο βρίσκεται σε υψόμετρο 750 μ και απέχει από το Νευροκόπι 16 χιλιόμετρα. Το συναντάς στους πρόποδες του Όρβηλου και το όνομα του προδίδει την χλωρίδα που τόσο όμορφα περιβάλλει το όμορφο αυτό χωριό της περιοχής. Ωστόσο, και η πλούσια πανίδα του τόπου δεν περνά απαρατήρητη ιδίως από κυνηγούς οι οποίοι επισκέπτονται απ’ όλη την επικράτεια την συγκεκριμένη περιοχή για την άσκηση του αγαπημένου του χόμπι. Κάθε φυσιολάτρης μένει ενθουσιασμένος επισκεπτόμενος το τεχνητό φράγμα του Καταφύτου όπου θα περπατήσει δίπλα στο νερό , θα γευματίσει στα ξύλινα κιόσκια και θα γεμίσει αναμνήσεις αποτυπωμένες στο μυαλό και το φωτογραφικό χαρτί.
Επίσης μια επίσκεψη στον εγκαταλειμμένο οικισμό του Ακρινού ιδίως ανήμερα της γιορτής των Αρχαγγέλων Γαβριήλ και Μιχαήλ (8 Νοεμβρίου) οπότε και γιορτάζει η ομώνυμη αναστηλωμένη εκκλησία του Ακτινού, δίνει την ευκαιρία για ένα διαφορετικό προσκύνημα και παρεμπιπτόντως για ξεφάντωμα μετά τη Θεία Λειτουργία στο προαύλιο του Ναού όπου συρρέουν χιλιάδες επισκέπτες.
Εξοχή
Η Εξοχή βρίσκεται σε υψόμετρο 615 μ και απέχει από το Νευροκόπι 9 χιλ. Την συναντάμε πηγαίνοντας προς το συνοριακό σταθμό Εξοχής που αποτελεί είσοδο στην γειτονική χώρα Βουλγαρία. Το ερειπωμένο τζαμί του χωριού, μαρτυρά πως κατοικήθηκε από Τούρκους ωστόσο κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1922 στον τόπο αυτό ήρθαν και ρίζωσαν Πόντιοι. Άνθρωποι του μόχθου, αγρότες και κτηνοτρόφοι που προσπάθησαν μέρα με τη μέρα να ομορφύνουν αυτή την όμορφη κοινότητα.
Δασωτό
Το δασωτό βρίσκεται σε υψόμετρο 631 μ και απέχει από το Νευροκόπι 7 χιλιόμετρα. Χτισμένο σε πλαγιά το δασωτό ατενίζει το εύφορο λεκανοπέδιο του Νευροκοπίου να απλώνεται μπροστά του. Ένα χωριό πλούσιο σε χλωρίδα και πανίδα, με το δάσος να αγγίζει τα τελευταία σπίτια του χωριού και πολλά εξωκλήσια στις γύρω βουνοκορφές, όπου οι Δασωτιανοί αλλά και σύνολο επισκεπτών ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Παράλληλα το πέρασμα από το Δασωτό μένει αξέχαστο στον κάθε επισκέπτη που θα γευτεί παραδοσιακά μεζεδάκια και γνήσιο Ελληνικό καφέ στα καφενεία του χωριού.
Γρανίτης
Ο Γρανίτης βρίσκεται σε υψόμετρο 789μ και απέχει από το Νευροκόπι 11 χιλιόμετρα. Ο Γρανίτης αποτελεί την φυσική πύλη εισόδου στο λεκανοπέδιο του Κάτω Νευροκοπίου. Ονομάστηκε έτσι από τα λατομεία γρανίτη απ’ όπου έβγαιναν τετράγωνες πέτρες (κυβόλιθοι) παλαιότερα για το στρώσιμο των καλντεριμιών.
Είναι ένας όμορφος οικισμός 100 κατοίκων με φιλόξενες τουριστικές υποδομές που αναπτύσσονται, περιτριγυρισμένος από πλούσια βλάστηση που δημιουργεί εικόνες μοναδικές καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Για τη διαμονή σας μπορείτε να επιλέξετε το ξενοδοχείο «Γρανίτης» το οποίο διαθέτει δίκλινα, τρίκλινα και τετράκλινα δωμάτια. Τηλέφωνα επικοινωνίας 2523023933, 2523023955
Για τη διατροφή σας μπορείτε να επιλέξετε;
1.Το χάνι τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023226
2.Παράδεισος τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023276
3.ο Πλάτανος τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022011
4.Grand Chalet τηλέφωνο επικοινωνίας 2523022833
Βώλακας
Ο Βώλακας είναι ένα γραφικό και όμορφο χωριό με τις κεραμοσκεπές του και συνάμα ολοζώντανο με 1200 κατοίκους. Ένα πραγματικό Κέντρο πολιτισμού με δρώμενα ζωντανά στην παράδοση του χρόνου. Χάρη στην γειτνίαση του με το Χιονοδρομικό του φαλακρού (12 χιλ) αποτελεί πόλο έλξης επισκεπτών τον χειμώνα και όχι μόνο.
Μια επίσκεψη τα Χριστούγεννα ή του Αη Γιαννιού θα σας ανταμείψει και πολύ γενναιόδωρα μάλιστα .
Για τη διαμονή σας έχετε πολλές επιλογές. Όπως:
1.Μονοπάτι Ε6- (Δωμάτια :8 δίκλινα και 2 τρίκλινα) τηλέφωνα επικοινωνίας 2523023916
2.Ν. Κάσταρης: 3 δίκλινα δωμάτια τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023887
3.Μύλος: 4 δίκλινα, 1 τρίκλινα, 1 πεντάκλινο, 12 μονά κρεβάτια, 2 διπλά. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023990
4.Μπουλούκη Χριστίνα: Σπίτι με τζάκι, 5 μνά κρεβάτια, 1 διπλό, δωμάτια 3, 1 δίκλινο, 1 τρίκλινο, 1 τετράκλινο, 2 μονά κρεβάτια, 2 διπλά κρεβάτια. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023847
5.Μαρίλια. 4 τρίκλινα, 6 τετράκλινα δωμάτια. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023350
6.Το αλώνι του κυρ Θανάση: 7 δίκλινα, 4 τρίκλινα δωμάτια. Τηλέφωνα επικοινωνίας 2523023714
7.Πέταλο : 5 ξύλινες κατοικίες. 4 τετράκλινα, 1 πεντάκλινο δωμάτιο. Τηλέφωνο επικοινωνίας
Και για τη διατροφή σας μπορείτε να επιλέξετε:
1.Το μονοπάτι Ε6 τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023216
2.Μύλος τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023990
3.Ερατώ τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023988.
Βαθύτοπος
Ο Βαθύτοπος βρίσκεται σε υψόμετρο 674μ και απέχει από το Νευροκόπι 15 χιλιόμετρα. Είναι το χωριό που θα φάνταζε η απόλυτη απόδραση από τους ρυθμούς της αστικής ζωής, όλες τις εποχές του χρόνου. Κλεισμένος σε ένα καφενείο του χωριού το καταχείμωνο περιμένοντας ένα πιάτο αχνιστή φασολάδα ή περιπλανώμενος στο πανέμορφο δάσος της Κύκλας, ο επισκέπτης νοιώθει αυτό το ζεστό αγκάλιασμα του τόπου και των ανθρώπων του. τα φημισμένα φασόλια που η μάνα γη τρέφει και η φασολάδα των παραγωγών φέρνει στο τραπέζι μας η ήπια ξύλευση της γύρω δασικής περιοχής και οι μονάδες βιολογικής εκτροφής ημιάγριων χοίρων, δίνουν το στίγμα μιας άλλης παραγωγικής διαχείρισης του περιβάλλοντος μας που αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση.
Αν βρεθείτε στην περιοχή μπορείτε να απολαύσετε ένα καλό γεύμα στο Μπέρδεμα. Τηλέφωνο επικοινωνίας 2523041334
Αχλαδιά
Υψόμετρο 593μ. Απόσταση από το Νευροκόπι 17 χιλ.
Κατευθυνόμενοι προς τον Νέστο ποταμό μπαίνουμε στα όρια του Τοπικού Διαμερίσματος Αχλαδιάς. Πριν φτάσουμε στον ομώνυμο οικισμό συναντάμε το Λιβαδάκι. Μικρός οικισμός περιτριγυρισμένος από πλούσια πανίδα και με την πανέμορφη μεταβυζαντινή εκκλησία της Παναγίας να αποτελεί άριστο δείγμα μακεδονικής αρχιτεκτονικής ξυλογλυπτικής (με το τέμπλο του ναού να ξεχωρίζει) κάνουν την ανάγκη για μια σύντομη στάση επιτακτική. Μετά από 5 λεπτά διαδρομή φτάνουμε και στην Αχλαδιά. Το ιδιαίτερα εύκρατο κλίμα και ο καθαρός αέρας μας προϊδεάζουν ότι η αγαλλίαση πίνοντας ένα καφεδάκι ή ένα τσίπουρο στα ταβερνάκια του χωριού είναι δεδομένη.
Σας προτείνουμε την κ. Ειρήνη τηλέφωνο επικοινωνίας 2523023515.
-
Η επίσκεψη στον ποταμό Νέστο μεταξύ των Τοπικών Διαμερισμάτων Μικροκλεισούρας και Ποταμών αποτελεί σημείο αναφοράς και τόπο προορισμού φίλων του κυνηγετικού τουρισμού. Μπορούμε ακόμη να επισκεφτούμε τον παραπόταμο Δεσπάτη ο οποίος βρίσκεται μέσα σε ένα καταπράσινο Δάσος όπου μπορείς να περπατήσεις και να θαυμάσεις τις απέραντες ομορφιές που μας προσφέρει απλόχερα η φύση. Υπάρχουν ψησταριές έτοιμες τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι επισκέπτες για ψήσιμο
Ο Δήμος Κάτω Νευροκοπίου, ο μεγαλύτερος σε έκταση σε όλη την Ελλάδα με τα 17 τοπικά διαμερίσματα του, προσφέρεται για τουρισμό σε όλες της εποχές του χρόνου. Είναι πράγματι περίεργο αλλά η ομορφιά της κάθε εποχής είναι χάρμα οφθαλμού, από την άνοιξη στο καλοκαίρι και από το φθινόπωρο έως τον χειμώνα. Δεν είναι τυχαίο να υποστηρίζουν οι μόνιμοι κάτοικοι ότι ζούνε πραγματικά όλες τις εποχές του χρόνου. Το Νευροκόπι φημίζεται για την περιζήτητη πατάτα του η οποία αρχίζει στο λεκανοπέδιο στα μέσα του 1920. Οι κλιματικές και εδαφολογικές συνθήκες της περιοχής ευνοούν την καλλιέργεια της και σε συνδυασμό με την εμπειρία των ανθρώπων του κάμπου συντελεί στην ποιοτική υπεροχή της. Είναι προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (Π.Γ.Ε) και φυσικά για το πολικό του ψύχος με θερμοκρασίες που τον χειμώνα αγγίζουν τους -30 βαθμούς κελσίου.
Αυτό βέβαια για πολλούς ακούγεται περίεργο αλλά για τους ζεστούς σε φιλοξενία κατοίκους του αποτελεί μία ευχάριστη ρουτίνα.
Δεν μπορούμε όμως να παραβλέψουμε την κυνηγετική περίοδο που ξεκινά στις αρχές Αυγούστου και ολοκληρώνεται στο τέλος Φεβρουαρίου, όπου κυνηγοί από όλα τα μήκη της Ελλάδας επισκέπτονται τα δάση της περιοχής, βρίσκοντας πληθώρα μικρών θηραμάτων όπως είναι οι λαγοί και τα πουλιά και μεγάλα θηράματα όπως είναι οι αγριόχοιροι.
Τα ξενοδοχεία της περιοχής πραγματικά πολλές φορές φαντάζουν λίγα μπρος στην επισκεψιμότητα των τουριστών. Οι υποδομές του Νευροκοπίου είναι ανάλογες με τις ανάγκες της περιοχής και φυσικά με μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης. Οι τουριστικές επιχειρήσεις του λεκανοπεδίου με τα ξενοδοχεία όλων των κατηγοριών στο Νευροκόπι , και στα τοπικά διαμερίσματα του Γρανίτη , του Βώλακα και των Ποταμών, οι ταβέρνες με τις παραδοσιακές συνταγές τους στα Λευκόγεια, στον Γρανίτη στο Οχυρό στον Βώλακα στο Παγονέρι και στα περισσότερα διαμερίσματα αποτελούν κομμάτι της ευχάριστης μετά γεύσεων διαμονής στην περιοχή
Πολλά σημεία της περιοχής μπορούν να αποτελέσουν τόπους προορισμού για τους επισκέπτες. Ένα από αυτά είναι σίγουρα τα Οχυρωματικά έργα της γραμμής Μεταξά στο Τοπικό Διαμέρισμα του Οχυρού. Ένα πραγματικό αμυντικό οχυρό (κατασκευασμένο το 1835) το οποίο εμπνεύσθηκε ο Ιωάννης Μεταξάς. Ένα ολόκληρο βουνό είχε διαμορφωθεί με ατέλειωτες στοές με δωμάτια στρατιωτών, δωμάτια αξιωματικών, χώρους αποθήκευσης πυρομαχικών, χώρους αποθήκευσης τροφίμων, αεραγωγούς και πολλά πολυβολεία για να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε ξένη απειλή. Οι εκδρομείς μπορούν να επισκεφτούν και να ξεναγηθούν μέσα στα Οχυρά αλλά και στο μουσείο του Οχυρού Λύσσε.
Για την Ιστορία είναι το μοναδικό οχυρό το οποίο δεν έπεσε από τους Γερμανούς αλλά παραδόθηκε μόνο όταν η Θεσσαλονίκη έπαψε να βρίσκεται στα χέρια των Ελλήνων. Ακόμη μπορούμε να επισκεφτούμε το Πολεμικό Λαογραφικό Μουσείο του χωριού με πολλά παλιά αντικείμενα και αντικείμενα ιστορικής αξίας της μάχης του Απριλίου του 1940
Το Οχυρό του Λύσσε είναι ανοιχτό στους επισκέπτες κάθε Κυριακή και εκδηλώσεις μνήμης λαμβάνουν χώρα την 6η Απριλίου κάθε έτους.
Για όσους θέλουν να το επισκεφτούν μπορούν να επικοινωνήσουν στο τηλέφωνο 6936981496 – 2523022224 όταν πρόκειται για επισκέψεις γκρούπ, ενώ την Κυριακή είναι ανοιχτό από τις 9 το πρωί έως τη 1 το μεσημέρι.
Από τα τέλη του 19ου αιώνα, οι Ελληνορθόδοξοι Χριστιανοί της Προσοτσάνης καθιέρωσαν και γιόρταζαν σαν ετήσια χριστιανική γιορτή την ημέρα του Προφήτη Ηλία.
Αν και “Προφήτης των βουνών” οι κάτοικοι της Προσοτσάνης τον θεωρούσαν προστάτη και φύλακα της αγροτικής τους
παραγωγής από τις καλοκαιρινές καταστροφές, όπως χαλαζοπτώσεις, ξηρασία, πλημμύρες, κεραυνούς. Το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία υπολογίζεται ότι χτίστηκε κάπου στα χρόνια της τουρκοκρατίας. Το 1920 εγκαταστάθηκε στον χώρο ο μοναχός Νείλος που καταγόταν από την Ραιδεστό της Μικράς Ασίας, ο οποίος έφτιαξε ένα μικρό καλύβι και έμενε εκεί χειμώνα καλοκαίρι. Η δενδροφύτευση στο χώρο αλλά και σε άλλα εκκλησάκια έγινε από τον ίδιο.
Σύμφωνα με αφηγήσεις κατοίκων της Προσοτσάνης στα τέλη του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου τις ημέρες του πανηγυριού διοργανώνονταν γύρω από το εκκλησάκι μεγάλη εμποροπανήγυρη και ζωοπάζαρο. Το πανηγύρι διαρκούσε 2-3 μέρες και τα βράδια γινόταν μεγάλα γλέντια στα οποία συμμετείχε όλος ο κόσμος, ακόμα και οι Τούρκοι. Οι κάτοικοι της Προσοτσάνης πήγαιναν στον χώρο της πανήγυρης τις απογευματινές ώρες, γλεντούσαν όλη τη νύχτα, τις πρωινές ώρες πήγαιναν στα χωράφια τους, τέλειωναν τις δουλειές τους ως αργά το απόγευμα και ξεκινούσαν πάλι για τον Προφήτη Ηλία για να συμμετέχουν στο γλέντι. Αυτό γινόταν όλο το τριήμερο της γιορτής παρόλο που ήταν μια εποχή που οι εργασίες για την περισυλλογή του καπνού ήταν ιδιαίτερα κοπιαστικές.
Χαρακτηριστικό ήταν και το περίφημο «νυφοπάζαρο» που έδινε την ευκαιρία στους νέους και τις νέες να συναντηθούν κάνοντας βόλτα ή χορεύοντας στο γλέντι. Εκεί γινόταν και τα περισσότερα προξενιά που αργότερα κατέληγαν σε γάμο...
Επισκέπτες από πολλά μέρη ερχόταν με τα κάρα τους και κατασκήνωναν στον χώρο από την παραμονή του Προφήτη Ηλία. Την δεκαετία του ‘20 άρχισαν να εμφανίζονται και θεατρικοί θίασοι. Μετά την δεκαετία του ‘40 ανέβαζαν θεατρικές παραστάσεις οι θεατρικές ομάδες των ποδοσφαιρικών συλλόγων της Προσοτσάνης και
διοργάνωναν ακόμα και αγώνες πάλης.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ‘80 οι εκδηλώσεις ατόνησαν. Ένας μεγάλος όμως αριθμός θεομηνιών και ατυχημάτων έκανε τους κατοίκους να αναλογιστούν ότι δεν τιμούσαν τον Προφήτη με τον δέοντα τρόπο και αποφάσισαν να δώσουν στους εορτασμούς μεγαλύτερη λαμπρότητα. Το 1979, το εκκλησάκι χτίζεται εξ’ ολοκλήρου με την οικονομική προσφορά της οικογένειας του συμπολίτη μας κ. Σταύρου Καλαϊτζή.
Στην δεκαετία του ‘90 αναβαθμίζεται ο περιβάλλοντας χώρος, γίνεται νέα δεντροφύτευση, δημιουργείται βοηθητικό γήπεδο ποδοσφαίρου και ξεχωριστό πεδίο για πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες κ.λ.π. Το πανηγύρι αποκτά την αίγλη και την φήμη που είχε προπολεμικά, θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα και καλύτερα πανηγύρια της περιοχής μας και όχι μόνο. Συμπληρώνεται με πλήθος αθλητικών εκδηλώσεων, εμποροπανήγυρης , παρουσιάσεις και εμφανίσεις πολιτιστικών συλλόγων και συναυλιών.
Κάθε καλοκαίρι οι πολυήμερες πολιτιστικές εκδηλώσεις, που ολοκληρώνονται την ημέρα του Προφήτη Ηλία, αποτελούν ένα ξεχωριστό πολιτιστικό γεγονός για την περιοχή και έχουν γίνει μέρες ανταμώματος όλων των Προσοτσανιωτών όπου κι αν βρίσκονται...
Το Κάτω Νευροκόπι είναι κωμόπολη του νομού Δράμας και έδρα του ομώνυμου δήμου. Έχει
πραγματικό πληθυσμό 2.157 κατοίκους (2011). Το Κάτω Νευροκόπι βρίσκεται στο κέντρο του ομώνυμου οροπεδίου, βορειοδυτικά της Δράμας σε απόσταση 47χλμ. από το κέντρο της. Το παλαιό όνομα της κώμης ήταν Ζύρνοβο και μετονομάστηκε σε Κάτω Νευροκόπι από τους Έλληνες του Νευροκοπίου (σήμερα στη Βουλγαρία) που προσέφυγαν εκεί μετά τη συνθήκη του Νεϊγύ.
Το Κάτω Νευροκόπι έχει ηπειρωτικό κλίμα. Η ψυχρότητα των χειμώνων του είναι χαρακτηριστική• αναφέρεται και ως "Σιβηρία της Ελλάδας" διότι στην περιοχή καταγράφονται μερικές από τις χαμηλότερες θερμοκρασίες στην Ελληνική επικράτεια. Η χαμηλότερη θερμοκρασία που έχει ποτέ καταγραφεί είναι -28°C.
Η ευρύτερη περιοχή του Κάτω Νευροκοπίου έχει κατοικηθεί από την Παλαιολιθική περίοδο. Οι κάτοικοι κατά την Αρχαϊκή εποχή είχαν επαφές με τα κεντρικά Βαλκάνια, αλλά και με τα παράλια της Μακεδονίας και Θράκης. Οι φυλές που κατοικούσαν ήταν Θρακικές, κυρίως Οδομάντες και Ηδωνοί. Η περιοχή του λεκανοπεδίου του Κάτω Νευροκοπίου κατακτήθηκε από το Φίλιππο Β΄. Μετά τη Μάχη των Φιλίππων, το 42 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στην περιοχή, Ρωμαίοι. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο, υπήρχαν μεγάλα κτήματα, ιδιωτικά και μοναστικά. Μετά τον 7ο αιώνα η περιοχή δέχτηκε κύματα σλαβικών επιδρομών από το Βορρά.
Το 1383 κατακτήθηκε η περιοχή από τους Οθωμανούς και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μουσουλμάνοι. Το 1530 είχε 385 χριστιανικά και 219 μουσουλμανικά νοικοκυριά.
Το 1870 ιδρύθηκε η Βουλγαρική εξαρχία και μια μακρά περίοδος εθνικών ανταγωνισμών λαμβάνει χώρα και στο Κάτω Νευροκόπι. Το 1882 ξεκίνησε η προσπάθεια της Ελληνικής πλευράς να αμυνθεί στις Βουλγαρικές αξιώσεις με τη βοήθεια της μητρόπολης. Οι εξαρχικοί του Κάτω Νευροκοπίου διεκδίκησαν το ναό του Αγίου Δημητρίου. Το 1899 οι εξαρχικοί προκάλεσαν επεισόδια για τον έλεγχο του ναού και η Οθωμανική διοίκηση αποφάσισε να αναστείλει τη λειτουργία του. Το Πάσχα του 1901 οι Οθωμανική διοίκηση επέτρεψε την επαναλειτουργία του ναού με τη συμφωνία της εναλλάξ λειτουργίας σε ελληνικά και βουλγαρικά, αλλά το Πάσχα του 1902 λόγω της συνέχισης των επεισοδίων, ο ναός ξανάκλεισε. Την επόμενη χρονιά, Βούλγαροι κομιτατζήδες ανέλαβαν ένοπλη δράση στην περιοχή προκειμένου να τρομοκρατήσουν τους Ελληνικούς πληθυσμούς. Τότε δολοφονήθηκε και ο δάσκαλος Θωμάς Παπαγεωργίου.
Τον Οκτώβριο του 1903 με πρωτοβουλία του μητροπολίτη Δράμας, ο ναός του Αγίου Δημητρίου λειτούργησε ξανά, ενόψει της γιορτής του ομώνυμου Αγίου με συμμετοχή πατριαρχικών και εξαρχικών. Ανήμερα του Αγίου Δημητρίου όμως, ένοπλη ομάδα 30 κομιτατζήδων επιτέθηκαν στο ναό και συνέλαβαν τους Έλληνες εκκλησιαστικούς επιτρόπους Ιωάννη Ζαφειρίου, Νικόλαο Γερμανό, το γιο του Γεώργιο Γερμανό και το δάσκαλο Κωνσταντίνο Χρηστίδη, τους οποίους εκτέλεσαν. Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1906, σώμα 300 κομιτατζήδων περικύκλωσαν το Κάτω Νευροκόπι και μετά από τρίωρη επίθεση δολοφόνησαν τους Έλληνες προύχοντες.
Ο ελληνικός στρατός μπήκε στη κωμόπολη στις 4 Ιουλίου του 1913. Τα επόμενα χρόνια, και μετά τις ανταλλαγές πληθυσμών, στο Κάτω Νευροκόπι κατέφυγαν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι μετανάστευσαν στην Τουρκία σύμφωνα με την Ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών ενώ, μέχρι το 1932, 324 εξαρχικές οικογένειες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία.
Την 1η Απριλίου του 1927 η κωμόπολη μετονομάστηκε από Ζύρνοβο σε Κάτω Νευροκόπι.
Ο Δήμος Νευροκοπίου είναι πλούσιος σε εκκλησίες και παρεκκλήσια, που είναι διάσπαρτα σε όλα το λεκανοπέδιο, οι πιο σημαντικές όμως από πλευράς αρχιτεκτονικής σημασίας και παλαιότητας είναι οι ακόλουθες.
-Ο Ιερός Ναός του Αγίου Δημητρίου στο Νευροκόπι. Χτισμένος το 1866 με την τρίκλιτη βασιλική ξυλόστεγη, με εικόνες του 1874 και περίστωο τριώροφο μνημειακό καμπαναριό του. Ο Ναός έχει ανακαινιστεί πλήρως και οι παλιές τοιχογραφίες που κάποτε κάλυπταν τους τοίχους έχουν αντικατασταθεί από σύγχρονες αγιογραφίες
-Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Δασωτό. Βρίσκεται εντός του χωριού και χρονολογείται από το έτος 1870.
- Ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου στο Περιθώρι. Χτισμένος το 1835 με την τρίκλιτη βασιλική του ξυλόστεγη. Διακοσμημένη με πλίνθινους σταυρούς και ένα εντυπωσιακό μεταγενέστερα χτισμένο (1911) καμπαναριό.
- Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός των Αγίων Θεοδώρων στην Kάτω Βροντού που χρονολογείται από το έτος 1835 με το φανταστικό τέμπλο του και τον πολύχρωμο γυναικωνίτη.
-Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Παγονέρι. Χτισμένος το 1835, διαθέτει εντυπωσιακό καμπαναριό και μερικές από τις πιο ιδιαίτερες, από πλευράς τεχνοτροπίας, εικόνες.
-Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Λιβαδάκι. Χτισμένος το 1870, εντυπωσιακά διακοσμημένος με την λαϊκή τεχνοτροπία, με εικονογραφήσεις αληθινά εντυπωσιακές, ξυλόγλυπτο το τέμπλο και το δεσποτικό, αμφότερα πολύχρωμα. Στην δυτική πλευρά του υψώνεται το κωδωνοστάσιο, χτισμένο το 1890. Ο Ναός ανοίγει τις πύλες του μια φορά το χρόνο, στις 15 Αυγούστου, και γι΄αυτόν το λόγο η προσέλευση του κόσμου είναι μεγάλη και συγκινητική, καθώς πολλοί από αυτούς έχουν τάμα και ο εκκλησιασμός εκείνη την ημέρα είναι δεδομένος!
- Ο Ιερός Ναός Τίμιου Προδρόμου Λευκογείων, χτισμένος το 1836. Ο Ναός ανήκει στην κατηγορία των τρίκλιτων ξυλόστεγων βασιλικών όπου στην Δυτική πλευρά του υψώνεται το επιβλητικό κωδωνοστάσιο του 1887.
- Τα απομεινάρια του Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου στον Κριθαρά. Ένα μνημείο μοναδικό στο είδος του, χαρακτηρισμένο σε ψήφισμά της Ε' Επιστημονικής Συνάντησης ως ιδιαίτερης σημασίας για την ιστορία της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, που δυστυχώς όμως αφέθηκε κυριολεκτικά στο έλεος της φθοράς του χρόνου και των πάσης φύσεως επιδρομέων. Πρόκειται για σταυροειδή εγγεγραμμένο τετρακιόνιο Ναό με τρούλο και εξαιρετικές αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες. Η ανέγερσή του τοποθετείται το 1870. Είναι επισκέψιμος μόνο για ριψοκίνδυνους προσκυνητές, μιας και η πυνκή βλάστηση έχει καλύψει όλες τις διόδους από τους τοίχους που κατέρρευσαν και το μόνο που στέκεται όρθιο σε πείσμα των καιρών είναι το Ιερό του Ναού. Αν παρόλα αυτά το τολμήσετε, και αν είστε τυχεροί, θα δείτε σε μια γωνιά να καίει το καντηλάκι που κάποιοι πιστοί φροντίζουν να ανάβουν.
-Ο μεταβυζαντινός Ιερός Ναός των Ταξιαρχών χτισμένος το 1848 στο Ακρινό του Τοπικού Διαμερίσματος Καταφύτου με το μνημειακό καμπαναριό, του 1884
-Ο Ιερός Ναός του Προφήτη Ηλία στον Βώλακα. Ο Ιερός Ναός των Ταξιαρχών στο Γρανίτη.
-Ο Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου στο Βαθύτοπο με την τρίκλιτη βασικική ξυλόστεγη με τις παλιές εικόνες της που κάηκε ολοσχερώς το 2005.
-Το Παλιό Σανατόριο στο Γρανίτη, που βρίσκεται πίσω από την Κατασκήνωση της Ιεράς Μητρόπολης
-Οι αρχαίοι τάφοι που βρέθηκαν στο Δασωτό. Το Τζαμί και το Χαμάμ, στην Εξοχή, αμέσως μετά την πλατεία του χωριού
-Οι Πυρήνες στην Εξοχή, έξω από το χωριό. Πρόκειται για μικρά σπίτια που είχαν φτιαχτεί στο παρελθόν για να φιλοξενήσουν πρόσφυγες.
Ο Ιερός Ναός, ονομαζόμενος ως «Παλιά Εκκλησία» είναι αφιερωμένος στα Εισόδια της Παναγίας, τιμάτε στις 21 Νοεμβρίου. Οι προφορικές μαρτυρίες των κατοίκων αναφέρουν ότι η μεταβυζαντινή εκκλησία της Παναγίας κτίστηκε γύρω στα 1835 «επί αρχιερατείας του Μητροπολίτη Δράμας Γερμανού του Β΄(Μάιος 1831-22 Νοεμβρίου 1835) λέγετε ότι εγκαινιάσθηκε ο ιερός ναός το 1832 όπου ιερουργούσε ‘Έλληνας Ιερέας» ή το 1843-51 σύμφωνα με επιστολή του Αγίου Χρυσοστόμου , Μητροπολίτου Δράμας – Σμύρνης, προς τον Παναγιότατο Οικουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ τον Γ΄, με ημερομηνία 7 Μαΐου 1907, στην οποία αναφέρει ότι ανεγέρθη με συνδρομές και προσωπική δουλειά των Ορθόδοξων χριστιανών Πλεύνας, κατά τον ορθόδοξο Μητροπολίτη Δράμας Αθανάσιο Καϊρη, ο οποίος ανήλθε στον Μητροπολιτικό Θώκο της Δράμας από το 1842 εως 1852). Ωστόσο στην κεραμοπλαστική επιγραφή που βρίσκεται στην νότια όψη, επάνω ακριβώς από την είσοδο του Ιερού ναού σώζονται μόνο τα δύο πρώτα ψηφία 18..
Ο ναός είναι τρίκλιτη Βασιλική, όπου τα κλίτη χωρίζονται μεταξύ τους με πεσσοστοιχίες, με μεγάλο βαθμό ρωμαϊκών και βυζαντινώς γλυπτών στην λιθόκτιστη τοιχοποιία του, με 30μ. μήκος και 15μ. πλάτος και 38 παράθυρα(κατά τις μαρτυρίες). Λειτούργησε ως ορθόδοξος Πατριαρχικός Ναός μέχρι το 1880. Επί αρχιερατείας Γερμανού του Γ’. Γνωστοί Έλληνες Ιερείς που λειτούργησαν στον ναό ήταν: Χρήστος Παπαϊωάννου, ο παπά-Στογιάννης από τα Τρίκαλα της Θεσσαλίας, ο Παναγιώτης Σεμπάνης και ο τελευταίος Αθανάσιος Παπαστεργίου. Ιστορικά γεγονότα συνδέονται με τον ναό όπου κατά την περίοδο 1870 με 1912 πολλές βυζαντινές εκκλησίες έγιναν βουλγαρικές εξαρχικές, έτσι και αυτή καταλήφθηκε από τους βουλγαρίζοντες, φέρνοντας ιερείς από την Βουλγαρία όπως τον παπα-Αρσέν, παπα-Τριαντάφυλλο και τον ιεροκήρυκα Σφέτκο. Το 1869 ο τότε Μητροπολίτης Δράμας Αγαθάγγελος, για να αποφύγει μεγαλύτερα επεισόδια στην Πετρούσα, επέτρεψε αρχικά την μία Κυριακή να λειτουργούν οι Εξαρχικοί ιερείς και την άλλη οι Έλληνες Πατριαρχικοί. Από το1880 οι Πατριαρχικοί εκδιώχθηκαν από την εκκλησία και έκτισαν καινούργια , αυτή του Αγίου Αθανασίου.
Η Πετρούσα μέχρι την έναρξη των βαλκανικών πολέμων 1912 -1913 θα υποστεί βιαιοπραγίες, αναγκαστική διδασκαλεία της Βουλγάρικης γλώσσας και ιστορίας. Μετά το 1912 οι συμμαχικές δυνάμεις επιτίθενται εναντίων των Τούρκων. Στην περιοχή της Δράμας οι Βούλγαροι στέλνουν την 7η Μεραρχία. Την όλη κατάσταση επωφελούνται οι κομιτατζήδες οι οποίοι επιτίθενται στον τούρκικο στρατό, για να βοηθήσουν τα Βουλγάρικα στρατεύματα στην πλήρη κατάληψη της περιοχής. Ο ναός κάηκε από τους Τούρκους τον Οκτώβριο του 1912,όντας μέσα σε αυτή οχυρωμένοι οι Βούλγαροι αρχικομιτατζήδες Δάεφ και Πανίτσα, πλαγιοκοπούν τα διερχόμενα τουρκικά στρατεύματα. Έτσι στρέφουν τα πυροβόλα τους οι Τούρκοι ενάντιας του Ιερού Ναού με αποτέλεσμα την ολική καταστροφή του. Λέγεται ότι ο νεωκόρος του ναού κάηκε και αυτός εκείνη την μέρα. Δυστυχώς η καμένη εκκλησία της Πετρούσας δεν επανεντάχθηκε το 1912 με το Πατριαρχείο. Το 1967 κατά την απογραφή των ακινήτων στο νομό Δράμας ο χώρος διατυπώθηκε ως «οικόπεδο κοινόχρηστο (παλιά εκκλησία).Επί του Μακαρίστου Διονύσιου γκρεμίστηκε και το καμπαναριό της παλιάς εκκλησίας.
Γνωρίζουμε από παλιότερους ότι η εκκλησία αυτή ήταν τόπος προσευχής και μετά την καταστροφή της, τα καντηλάκια της ανάβανε κάθε μέρα στο Ιερό από τους πιστούς της Πετρούσας παρακαλώντας κάποια μέρα να ξαναγίνει ο ναός τους. Ο χώρος που βρίσκεται ο ναός έχει δεχτεί παρεμβάσεις, στην προσπάθειες της κοινότητας να χρησιμοποιηθεί ως αίθουσα πολλαπλών χώρων και λαογραφικό μουσείο. Κατά την περίοδο του αείμνηστου Δημάρχου Γιώργου Μακρή η παλαιά Εκκλησία της Παναγίας είχε μπει σε συγχρηματοδοτούμενο πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκειμένου να αναστηλωθεί να εξωραϊστεί και να αναπλαστεί ο περιβάλλον χώρος. Παλιές τοιχογραφίες δεν διασώθηκαν καθώς μετά την πυρκαγιά παρέμεινε χωρίς στέγη επί ενός αιώνος και παραπάνω.
Προφορικές μαρτυρίες ντόπιων αναφέρουν ότι θυμούνται κάποια τμήματα στις πεσσοτοιχίες με μορφές αγγέλλων. Σήμερα ο ναός είναι στεγασμένος και αναστηλωμένος. Το ανατολικό τμήμα όπου είναι το Ιερό της Εκκλησίας είναι χωρισμένο από το υπόλοιπο κτίσμα και παραμένει Εκκλησάκι όπου οι πιστοί μπορούν να ανάψουν το κεράκι τους και να προσευχηθούν στην Παναγία. Οι τοιχογραφίες μέσα στις κόχες είναι πρόσφατες. Το τμήμα που συνεχίζει να λειτουργεί ως Ιερό είναι όλη μέρα προσβάσιμο και τελείτε και λειτουργία. Το δυτικό τμήμα είναι κλειστό όπου έχουν γίνει οι περισσότερες επεμβάσεις. Μαρμαρόστρωση στο δάπεδο, σοβάτισμα των τοιχίων. Εξωτερικά ο ναός σκεπάστηκε με νέα σκεπή και προστέθηκαν ξύλινα κουφώματα στα παράθυρα και στις εισόδους.
Φορέας: Ιερά Μητρόπολη Δράμας
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεός κάθε χρόνο, το ξημέρωμα της γιορτής του Αγίου Αθανασίου, έστελνε στο προαύλιο του ναού των Κρυονεριτών ένα ελάφι, το οποίο αφού ξεκουραζόταν, με την ευλογία του ιερέα “θυσιαζόταν” νωρίς το πρωί της γιορτής από τους “κουρμπαντζήδες”, οι οποίοι το μαγείρευαν και στη συνέχεια το μοίραζαν σε όλους τους κατοίκους. Το φαγητό αυτό ονομάστηκε κουρμπάνι που σημαίνει θυσία.
Μια χρονιά το ελάφι άργησε να έρθει και οι “κουρμπαντζήδες” θορυβημένοι από την καθυστέρηση, επέσπευσαν τη θυσία χωρίς να το αφήσουν να ξεκουραστεί, όπως το έθιμο απαιτούσε. Έκτοτε το ελάφι δεν ξαναφάνηκε ίσως γιατί, όπως πίστευαν οι Κρυονερίτες, ο Θεός θύμωσε μαζί τους επειδή δεν το άφησαν να ξεκουραστεί. Από τότε, στη θέση του ελαφιού χρησιμοποιείται ταύρος ή αγελάδα.
Σήμερα με την αύξηση του πληθυσμού του Καλαμπακίου ένα ζώο δεν είναι αρκετό, γι’ αυτό χρησιμοποιούνται τρία ή και περισσότερα. Αρχικά συγκροτείται, με την επιμέλεια και συμμετοχή του Μορφωτικού Πολιτιστικού Συλλόγου, επιτροπή κουρμπανιού. Οι “κουρμπαντζήδες” συγκεντρώνουν από τους κατοίκους προσφορές σε σιτάρι, καλαμπόκι ή χρήματα. Με τις προσφορές αυτές, αγοράζονται τα ζώα που θα χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή του “κουρμπανιού”.
Το σπάσιμο και το “λίχνισμα” του σταριού γίνεται την παραμονή στο προαύλιο της εκκλησίας.
Την παραμονή του πανηγυριού γίνεται ο μέγας εσπερινός και η περιφορά της εικόνας. Παράλληλα τοποθετούνται στο προαύλιο της εκκλησίας καζάνια, τα οποία χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του “κουρμπανιού”.
Το κρέας τεμαχίζεται και μπαίνει στα καζάνια για να βράσει όλη νύχτα.
Ξημερώματα της 18ης Ιανουαρίου, τα κρέατα, αφού ευλογηθούν από τον ιερέα, τοποθετούνται στα καζάνια για να βράσουν.
Μόλις το κρέας βράσει, και αμέσως μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, οι “κουρμπντζήδες” κερνούν από αυτό όλο τον κόσμο που συμμετέχει στο πανηγύρι. Στο ζωμό του κρέατος προστίθεται σπασμένο σιτάρι, το λεγόμενο πλιγούρι. Όταν βράσει και αυτό, το “κουρμπάνι” είναι έτοιμο.
Αργά το μεσημέρι, αφού έχει ολοκληρωθεί η παρασκευή του “κουρμπανιού”, χτυπούν οι καμπάνες, οι οποίες καλούν τον κόσμο να έρθει στο προαύλιο της εκκλησίας, για τη διανομή του.
Μετά τη διανομή του, οι “κουρμπντζήδες”, μαζί με όλους τους προσκεκλημένους, ξεκινούν το χορό από το προαύλιο της εκκλησίας και τον οδηγούν στην πλατεία, όπου και τον συνεχίζουν με τη συνοδεία νταουλιών και ζουρνάδων.
Το Καλαμπάκι απλώνεται στο νότιο τμήμα του νομού Δράμας. Πρώην πρωτεύουσα του συγχωνευθέντος Δήμου με το Δήμο Δοξάτου δημιουργήθηκε από πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Ως προσφυγοχώρι, δεν έχει να επιδείξει λιθόστρωτα σοκάκια ούτε οικοδομήματα παλιότερων εποχών. Στα καινούρια, σχετικά, οικοδομήματά του – το παλιότερο είναι της δεκαετίας του 1920 – και στους άνετους δρόμους του, στην εκκλησία, στα ξωκλήσια και στις πλατείες μπορεί κανείς να μυρίσει και σήμερα το άρωμα χαμένων πατρίδων, να ανακαλύψει γεύσεις και μυριστικά άλλων τόπων και άλλων εποχών, να χαϊδέψει με το μάτι και το χέρι του θυμητάρια ζωών που ξεριζώθηκαν βίαια και υποχρεώθηκαν να μεταφυτευθούν και να βλαστήσουν στην εύφορη γη του κάμπου της Δράμας. Άλλωστε, αυτό ίσως σημαίνει και το όνομά του. Σχετίζεται δηλ. πιθανότατα με την τουρκική λέξη καλαμπαλίκ, που δηλώνει αφθονία. Καλαμπάκι ήταν επομένως ο εύφορος, ο πλούσιος τόπος. Η περιοχή πάντως στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν τούρκικο τσιφλίκι και μόνο στο Καλαμπάκι υπήρχαν μερικά σπίτια, ένα τζαμί, αποθήκες και αρκετές καλύβες για τους εργάτες γης. Σήμερα διατηρείται ένα μόνο τούρκικο σπίτι.
Ιστορική διαδρομή
Την ιστορία των κατοίκων του Καλαμπακίου μπορούμε να την ψηλαφήσουμε. Είναι η ζωή των παππούδων και προπαππούδων μας, που έφτασε σ’ εμάς με τις αφηγήσεις των ίδιων και των πατέρων μας, ζώσα, σφριγηλή αλλά και ματωμένη. Εδώ εγκαταστάθηκαν Θρακιώτες από το Κρυόνερο, χωριό της επαρχίας Βιζύης του νομού Σαράντα Εκκλησιών της Ανατολικής Θράκης, Καλφακιώτες (από τον Καλφά, προάστιο της Κωνσταντινούπολης) και αργότερα Καππαδόκες (Καραμανλήδες) από τη Νίγδη της Μ. Ασίας…
Αν και το Καλαμπάκι είναι προσφυγοχώρι, η ιστορία των κατοίκων του σ’ αυτή τη γη ξεκινά πριν από τη μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών που ακολούθησε. Κι αυτό επειδή οι θρακικής καταγωγής πρόγονοι αρκετών δημοτών, και ειδικότερα εκείνοι που προέρχονταν από το νομό των Σαράντα Εκκλησιών της Ανατολικής Θράκης, αντίκρισαν για πρώτη φορά το λεκανοπέδιο της Δράμας την άνοιξη του 1914, λίγο πριν ξεσπάσει ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος στις 28 Ιουλίου του 1914.
Την περίοδο εκείνη, δηλαδή λίγο πριν αλλά και σε όλη τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Νεότουρκοι επινόησαν και χρησιμοποίησαν τις πιο απάνθρωπες μεθόδους για την εξόντωση των Ελλήνων της Θράκης ή έστω για τον εξαναγκασμό τους σε φυγή. Eιδικά για τους Θρακιώτες προγόνους μας της επαρχίας Βιζύης ένα τυχαίο περιστατικό στάθηκε αφορμή να οδηγηθούν στην προσφυγιά: ο γιος του νομάρχη Αδριανουπόλεως Χατζή Αδίλ Μπέη δολοφονήθηκε κοντά στο χωριό Σαμακόβι, η δολοφονία του αποδόθηκε στους Έλληνες και γι’ αυτό διατάχθηκε η εκκένωση όλων των χωριών της επαρχίας Βιζύης.
Οι Θρακιώτες πρόγονοί μας έφτασαν στις περιοχές της Δράμας και της Καβάλας την άνοιξη του 1914. Εγκαταστάθηκαν όπου βρήκαν: στα ελάχιστα εγκαταλελειμμένα σπίτια των Τούρκων που μετανάστευσαν στην Τουρκία κατά τη διάρκεια των βαλκανικών πολέμων, στις αποθήκες των γαιοκτημόνων, σε καλύβες στις οποίες διέμεναν οι εργάτες γης που εκείνοι απασχολούσαν, τέλος σε προχειροφτιαγμένα ξύλινα καταλύματα, που κατασκεύαζαν οι ίδιοι στον κάμπο, τους κουλάδες.
Ένα χρόνο μετά την κήρυξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου ωστόσο, η Βουλγαρία, αφού διαπραγματεύθηκε σκληρά και με τους δύο αντιπάλους την Ανατολική Μακεδονία, που ήθελε να την προσαρτήσει, όπως και τη Δυτική Θράκη, συντάχθηκε τελικώς με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες (Γερμανία, Αυστρία), και τον Αύγουστο του 1916 Γερμανοί και Βούλγαροι εισέβαλαν στην Ανατολική Μακεδονία. Πρόκειται για τη δεύτερη βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας αλλά την πρώτη για τους Κρυονερίτες προγόνους μας: “πρώτ’ Βουργαρία”.
Στη διάρκειά της οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα και τις αρρώστιες. Πολλοί από εκείνους που κατ’ αρχήν προτίμησαν την πόλη της Καβάλας, για να γλιτώσουν το θάνατο από την ασιτία και τα λοιμώδη νοσήματα, κατέφυγαν στον κάμπο της Δράμας, που τον είδαν ως σανίδα σωτηρίας. Άλλοι πάλι μετανάστευσαν στη Βουλγαρία, κίνηση που ευνοούσαν και οι Βουλγαρικές αρχές, αφού στόχος τους ήταν η εθνολογική αλλοίωση του πληθυσμού της Ανατολ. Μακεδονίας.
Τον ίδιο στόχο εξυπηρετούσε και η ομηρία 36000 νέων και ακμαίων Ελλήνων που ζούσαν στην Ανατολική Μακεδονία, από τους οποίους επέζησαν μόνον 17.000, λιγότεροι απ’ τους μισούς.. Οι Βούλγαροι συγκέντρωναν τους ομήρους στη Δράμα και τους οδηγούσαν σιδηροδρομικώς σε κέντρα υποδοχής στη Βουλγαρία, απ’ όπου προωθούνταν σε διάφορα στρατόπεδα καταναγκαστικών έργων αλλά και σε Βούλγαρους γαιοκτήμονες, που τους νοίκιαζαν από τη βουλγαρική στρατιωτική αστυνομία και τους χρησιμοποιούσαν ως εργάτες στα κτήματά τους. Η τύχη αυτών των τελευταίων ήταν σαφώς καλύτερη, όπως εξάλλου και των ειδικευμένων τεχνιτών. Οι υπόλοιποι πέθαιναν καθημερινά από την πολύωρη και εξαντλητική εργασία, το ελάχιστο φαγητό, τις μεταδοτικές ασθένειες, την απουσία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, την έλλειψη ενδυμασίας και στέγης και τις συχνές βιαιοπραγίες των Βουλγάρων αξιωματικών και φρουρών του στρατοπέδου.
Οι όμηροι, των οποίων απόγονοι ζουν σήμερα στο Καλαμπάκι, βρέθηκαν στο Κίτσεβο που τότε ανήκε στη Σερβία, κοντά στα Σκόπια, στο Κίτσοβο, όπως το ανέφεραν οι ίδιοι στα παιδιά τους. Έχουν επιβεβαιωθεί τα ονόματα 102 τουλάχιστον ομήρων, από τους οποίους επέστρεψαν γύρω στους 80. Σε ορισμένες περιπτώσεις επρόκειτο για όλους τους αδελφούς μιας πολυμελούς οικογένειας ή για πατέρες και γιους.
Μετά τη νίκη της Αντάντ οι επιζήσαντες όμηροι με τη βοήθεια του Ερυθρού Σταυρού άρχισαν να επιστρέφουν στα σπίτια τους. Η ηττημένη Βουλγαρία υποχρεώθηκε να καταβάλει στους νικητές πολεμική αποζημίωση. Οι όμηροι πήραν αντί χρηματικής αποζημίωσης από 6,5 έως 10,5 ομολογίες, που καλύπτονταν από το Δημόσιο Ταμείο, αναλόγως του χρόνου παραμονής τους στο Κίτσεβο – το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ήταν 18 μήνες.
Οι Θρακιώτες πρόγονοί μας έζησαν στην περιοχή της Δράμας ως το φθινόπωρο του 1919, οπότε, με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου επέστρεψαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία και πάλι στην Ανατολική Θράκη, για να ξαναγυρίσουν οριστικά το φθινόπωρο του 1922, ακολουθώντας τη μοίρα του μικρασιατικού ελληνισμού. Το βασανιστικό τους ταξίδι, σύμφωνα με τις αφηγήσεις των γηραιότερων, κράτησε σαράντα ημέρες. Εδώ τους υποδέχτηκαν οι ελάχιστες οικογένειες – γύρω στις 10 – που δεν επέστρεψαν στο Κρυόνερο το 1919. Λίγο αργότερα έφτασαν στο Καλαμπάκι και οι άλλοι πρόσφυγες: οι Μικρασιάτες από τη Νίγδη της Καππαδοκίας (Καραμανλήδες) και οι Καλφακιώτες, από τον Καλφά, προάστιο της Κωνσταντινούπολης.
Όλοι μαζί, αφού ξεπέρασαν τον κλονισμό των πρώτων χρόνων της προσαρμογής τους στη νέα ζωή και πατρίδα, και με τη συνδρομή της ελληνικής πολιτείας, που αποξήρανε το 1936 τα έλη απαλλάσσοντάς τους απ’ την πληγή της ελονοσίας και τους θανάτους από φυματίωση, πέτυχαν πολύ γρήγορα να μεταβάλουν τη γη που τους διανεμήθηκε ήδη από το 1928 σε «Γη της Επαγγελίας». Φυσικό, αφού τα χωράφια τους συμπεριλαμβάνονταν στα γνωστά για την ευφορία τους Τενάγη των Φιλίππων.
Και ενώ μόλις είχαν αρχίσει να κλείνουν οι πληγές της προσφυγιάς και οι άνθρωποι μπορούσαν πια να ατενίζουν με κάποια αισιοδοξία το μέλλον, ξέσπασε ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος, στον οποίο υποχρεώθηκε να εμπλακεί και η Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου του 1940. Οι νέοι – τότε – άνδρες του Καλαμπακίου απάντησαν με ενθουσιασμό στο εθνικό προσκλητήριο. Οι πιο νέοι πολέμησαν στην πρώτη γραμμή, οι ωριμότεροι υπερασπίστηκαν τα Οχυρά της Γραμμής Μεταξά ή ανέλαβαν – κατά μαρτυρίαν τους – τη φύλαξη δρόμων στην Αλβανία και την καθοδήγηση των μαχόμενων τμημάτων, ενώ όσοι παρουσιάστηκαν για στράτευση τους πρώτους μήνες του 1941 και πριν απ’ την υποταγή της Ελλάδας στις χώρες του Άξονα, βρέθηκαν να πολεμούν στην Κρήτη. Κάποιοι, ελάχιστοι ευτυχώς, δεν επέστρεψαν ποτέ στα σπίτια και στους αγαπημένους τους.
Όταν οι στρατιώτες επέστρεψαν στα χωριά τους μετά τη συνθηκολόγηση, είχαν να αντιμετωπίσουν εκτός από το πρόβλημα της επιβίωσης, το οποίο ως τότε δεν ήταν ιδιαιτέρως οξύ για τα χωριά του κάμπου, και εκείνο της βουλγαρικής και πάλι κατοχής. Κι αυτό γιατί όταν ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Βουλγαρία, ουδέτερη στην αρχή, προσπάθησε, όπως και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, να εξασφαλίσει τα εδάφη της Ανατολικής Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης. Η προσχώρησή της τελικώς στις δυνάμεις του Άξονα είχε ως αποτέλεσμα την παραχώρηση εκ μέρους της Γερμανίας των εδαφών αυτών, για αστυνόμευση σύμφωνα με τους Γερμανούς, για οριστική ένταξή τους στο βουλγαρικό κράτος, σύμφωνα με τις πάγιες αλυτρωτικές επιδιώξεις της Σόφιας.
Κύριος και άμεσος στόχος της βουλγαρικής πολιτικής ήταν η πλήρης ενσωμάτωση των κατειλημμένων εδαφών στο βουλγαρικό κράτος, ώστε να γίνει δυνατή η οριστική προσάρτησή τους μετά το τέλος του πολέμου και τη νίκη, όπως πίστευαν, των δυνάμεων του Άξονα. Αμέσως επιχειρήθηκε ο εκβουλγαρισμός της διοίκησης με την εγκατάσταση νέων πολιτικών και αστυνομικών αρχών και «με αιχμή του δόρατος την Εκκλησία, την εκπαίδευση και την οικονομία». Βούλγαροι έποικοι εξάλλου επιστρατεύθηκαν για να «ξαναδώσουν στην περιοχή το βουλγαρικό της χαρακτήρα». Επρόκειτο για πρώην πρόσφυγες που είχαν ανταλλαγεί (με τη συνθήκη του Νεϊγύ, 1919), για τυχοδιώκτες και καιροσκόπους, για πρώην κομιτατζήδες, αλλά και για κάποιους αξιοπρεπείς οικογενειάρχες. Οι κάτοικοι των κατεχομένων περιοχών αναγκάστηκαν να υποστούν βαριά φορολογία, να ενισχύουν οικονομικά τους εποίκους, να εγκαταλείπουν τα σπίτια τους για να εγκατασταθούν σε αυτά έποικοι ή να περιορίζονται σ’ ένα δωμάτιο ή αποθήκη. Εννοείται πως οι κατακτητές επέλεγαν τα καλύτερα σπίτια.
Βεβαίως η ζωή στη διάρκεια της κατοχής ήταν εξαιρετικά δύσκολη για όλους τους Έλληνες. Οι Βούλγαροι κατακτητές, ωστόσο, ήταν προφανώς πολύ χειρότεροι σε σχέση με τους Γερμανούς και τους Ιταλούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι μιλώντας για όσους διέφευγαν στις γερμανοκρατούμενες περιοχές λένε οι γέροντες ακόμη και σήμερα: «πέρασε στην ελεύθερη Ελλάδα».
Ειδικά για τους γεωργούς, για να επικεντρωθούμε σ’ αυτούς, εφόσον η οικονομία του χωριού ήταν γεωργοκτηνοτροφική, τους υποχρέωναν να θερίζουν και να αλωνίζουν υπό αστυνομική επιτήρηση και να τους παραδίνουν το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους Οι κατακτημένοι, όπως ήταν φυσικό, αναγκάζονταν να κρύβουν μέρος της παραγωγής, με σοβαρότατες συνέπειες σε περίπτωση αποκάλυψης. Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί η υποχρεωτική συμμετοχή των ανδρών σε ομάδες πολιτοφυλάκων αμέσως μετά τα γεγονότα της Δράμας (Σεπτέμβριος -Οκτώβριος 1941), που συνοδευόταν συχνότατα από αιφνιδιαστικές εφόδους των κατακτητών και είχε ως συνέπεια άγριους ξυλοδαρμούς, αν εθεωρείτο πλημμελής η φύλαξη.
Παρά το γεγονός πάντως ότι το βουλγαρικό καθεστώς ήταν από τα σκληρότερα που επιβλήθηκαν σε κατεχόμενη περιοχή της Ευρώπης, στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη εκδηλώθηκε αντιστασιακό κίνημα από τις πρώτες μέρες της κατοχής. Δεν ήταν πολλοί εντούτοις οι κάτοικοι των χωριών του Δήμου μας που ανέβηκαν αντάρτες στα βουνά κατά τη διάρκεια της κατοχής. Πολύ περισσότεροι ήταν αυτοί που κατατάχθηκαν λίγες εβδομάδες πριν από την αποχώρηση των Βουλγάρων το φθινόπωρο του 1944. Όσοι συμπλήρωναν εκείνη την εποχή τα είκοσί τους χρόνια, μαζί με αρκετούς μεγαλύτερους, τους οποίους προφανώς οι βουλγαρικές αρχές κατοχής δεν εμπιστεύονταν, εστάλησαν σε τάγματα εργασίας. Ήταν τα «ντουρντουβάκια» (τρούντοβ βοϊνίκ σημαίνει στρατιώτης αγγαρείας στη βουλγαρική).
Όμως το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δε σήμανε δυστυχώς και το τέλος των περιπετειών για τους Έλληνες. Ενώ οι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί ξαναγύρισαν στα ειρηνικά τους έργα και προσπάθησαν να ανοικοδομήσουν ό, τι είχε γκρεμιστεί, για την Ελλάδα άρχιζε ένας νέος πόλεμος, πολύ χειρότερος σε σχέση με τον προηγούμενο, γιατί ήταν εμφύλιος. Οι συνέπειές του υπήρξαν δραματικές: 40.000 περίπου νεκροί και στις δύο παρατάξεις, τον Εθνικό Στρατό, τον τακτικό δηλαδή στρατό του επίσημου κράτους, και τον Δημοκρατικό Στρατό των ανταρτών, που διεκδικούσε την εξουσία διά των όπλων. Ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές. 100.000 άνδρες και γυναίκες, οι οποίοι με τη νίκη του εθνικού στρατού εγκατέλειψαν την Ελλάδα εκουσίως ή ακουσίως και εγκαταστάθηκαν σε χώρες της Βαλκανικής ή στη Ρωσία.
Το Καλαμπάκι, ως χωριό του κάμπου, πλήρωσε μικρότερο φόρο αίματος, αφού τα δίσεκτα εκείνα χρόνια δεν υπήρξε θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων και απέφυγε τις «υποχρεωτικές επιστρατεύσεις» νέων από την πλευρά του Δημοκρατικού Στρατού. Κάποιοι ωστόσο από τους στρατιώτες που υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία στις τάξεις του Εθνικού Στρατού άφησαν την τελευταία τους πνοή στον Γράμμο και στο Βίτσι, όπου δόθηκαν οι τελευταίες σκληρές μάχες.
Μετά το τέλος του Εμφυλίου οι κάτοικοι των χωριών πήραν ενεργό μέρος στην ανασυγκρότηση της χώρας επιδιδόμενοι σε έργα ειρηνικά. Επρόκειτο όμως για δύσκολους καιρούς και αρκετοί ακολούθησαν τους δρόμους της μετανάστευσης στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, κυρίως στη Δυτική Γερμανία. Οι περισσότεροι από τους οικονομικούς μετανάστες επέστρεψαν στα χωριά τους και εξελίχθηκαν σε επιτυχημένους επαγγελματίες, άλλοι ήρθαν μετά τη συνταξιοδότησή τους και κάποιους τους έφεραν νεκρούς, για να ταφούν, έστω, στη γενέθλια γη. Δυστυχώς όμως δε συνέβη το ίδιο και για τα παιδιά τους που μεγάλωσαν, σπούδασαν και έμειναν εκεί.
Με την επίσημη ένταξη της χώρας την 1/1/ 1981 στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, σήμερα Ε(υρωπαϊκή) Έ(νωση), και την εισροή επιχορηγήσεων ύψους τρισεκατομμυρίων δραχμών, στο πλαίσιο της προσπάθειας για εξάλειψη των ανισοτήτων μεταξύ των κρατών – μελών, και το Καλαμπάκι απεκόμισε μέρος των ωφελειών που προορίζονταν για τους αγρότες. Οι κάτοικοι έπαψαν να καταφεύγουν ομαδικά στο εξωτερικό εις αναζήτησιν καλύτερης τύχης και η μικρή πλέον πόλη – μετά την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου το 1989 και των καθεστώτων των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης – έγινε περιοχή υποδοχής οικονομικών μεταναστών, κυρίως από την Αλβανία, και παλιννοστούντων από τις χώρες της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ.. Πολλές νέες οικογένειες εγκαταστάθηκαν στο Καλαμπάκι τονώνοντας με το μόχθο, το σφρίγος, το δυναμισμό, τη φιλοδοξία και τη δίψα τους για ζωή και επιτυχία την τοπική κοινωνία. Ενδιαφέρουσα η επανάληψη της ιστορίας σε λιγότερο από 100 χρόνια!
Κυράνθη Στράντζαλη -Σάββα